Monday, January 2, 2017

Επανατοποθέτηση... προς το χειρότερο.


Έχουμε εισέλθει στην ανθρωπόκαινο περίοδο του πλανήτη, όπου οι αλλαγές που επιτελούνται σε αυτόν προέρχονται κυρίως από τη δράση του ανθρώπου. Η γη έχει περάσει διάφορες περιόδους γεωλογικών ανακατατάξεων και κλιματικών αλλαγών στα 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια της. Στη διάρκεια αυτών εμφανίστηκαν διάφορες μορφές ζωής, πολλές από τις οποίες εξαφανίστηκαν για να δώσουν τη θέση τους σε άλλες. Ο homo sapiens εμφανίστηκε μόλις πριν 200.000 χρόνια και έχει καταφέρει να κυριαρχήσει και να εξαπλωθεί παντού. Η δυναμική της εξάπλωσης του είναι τόσο καταλυτική που επιφέρει αλλαγές στον ίδιο τον πλανήτη.  Αυτό είναι μια αναπόφευκτη πραγματικότητα και μάλλον πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτήν, παρά να την εξορκίζουμε.

Η επέκταση του ανθρώπου εις βάρος της φύσης είναι αναπόφευκτη, όσα μέτρα κι αν παρθούν για να την περιορίσουν.

Η αύξηση του πληθυσμού σε μερικά ακόμη δισεκατομμύρια, με τη συνεπαγόμενη μεγαλύτερη άντληση πόρων από την ήδη εξαντλημένη φύση δεν είναι αναστρέψιμη. Όλος αυτός ο νέος πληθυσμός, ιδίως φτωχών χωρών, θα θέλει να ζήσει όσο καλύτερα γίνεται, ακολουθώντας τα  πρότυπα των πλούσιων χωρών. Δεν θα αρκεστεί σε ένα χαμηλό επίπεδο διαβίωσης, για να τηρήσει τις οικολογικές ισορροπίες. Οι πλούσιες χώρες δεν θα μπορέσουν να επιβάλουν περιορισμούς, επί μακρόν, για να προστατεύσουν τη δική τους ευζωία εις βάρος των άλλων. Ούτε, βέβαια, θα δεχθούν εύκολα να μειώσουν το δικό τους επίπεδο και να μοιραστούν τον πλούτο τους. Θα προτιμήσουν, στο τέλος, να δώσουν τα μέσα στις άλλες χώρες, επενδύοντας σε αυτές, ώστε να ανέβουν οικονομικά προς αμοιβαίο όφελος, με αποτέλεσμα περαιτέρω εξάντληση της φύσης από τον άνθρωπο συνολικά. Ακόμη κι αν τα μέσα βελτιωθούν τεχνικά, ώστε να μην είναι ενεργοβόρα, δεν θα μπορέσουν να υπερκαλύψουν τη διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση αγαθών.

Οι επικλήσεις για αυτοσυγκράτηση και οι προσπάθειες για αλλαγή πολιτικής προς το οικολογικότερο είναι ανίσχυρες μπροστά στην πίεση του διαρκώς αυξανόμενου πληθυσμού για άνοδο του βιοτικού του επιπέδου. Οι ισορροπίες με το περιβάλλον δεν μπορούν να κρατηθούν κάτω από τέτοια πίεση.
Η διαταραχή των ισορροπιών σε τόσο μεγάλη κλίμακα συνεπάγεται μη αναστρέψιμες αλλαγές στη ίδια τη γη. Οι επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, στο κλίμα, στη διαμόρφωση του εδάφους, στα νερά, στα κοιτάσματα, στα φυσικά αποθέματα, στη βιοποικιλότητα, κλπ, είναι φανερές παντού. Αυτές κάνουν τη γη όλο και πιο φτωχή για τον άνθρωπο, τη στιγμή που η ζήτησή του για πλούτο διαρκώς μεγαλώνει.

Η γη αλλάζει εις βάρος του ανθρώπου κάτω από το βάρος της πίεσής του.

Όσο περισσότερο ο άνθρωπος θα χρειάζεται να εκμεταλλευτεί τη γη για να φροντίσει τον υπεράριθμο πληθυσμό του, τόσο φτωχότερη αυτή θα γίνεται και εχθρική προς αυτόν. Αν στις επιπτώσεις στο μακρο-περιβάλλον προσθέσουμε και τις παρενέργειες της ανθρώπινης δράσης στον μικροβιακό κόσμο (όπως, μικρόβια ανθεκτικά στα αντιβιοτικά), τότε, η αντεπίθεση που θα δεχτεί ο άνθρωπος από το περιβάλλον του γενικά, θα είναι ακόμη μεγαλύτερη.

Όλα αυτά είναι γνωστά και γίνονται ήδη προσπάθειες αυτοσυγκράτησης της ανθρώπινης επεκτατικότητας. Δεν θα μπορέσουν, όμως, να ανακόψουν τη πορεία της, που οδηγείται σε αναπόφευκτη σύγκρουση με το «μέτωπο» της φύσης. Πρόκειται για μαθηματική εξέλιξη, δρομολογημένη από την αρχή της ιστορίας, από τότε που ο άνθρωπος έγινε κτηνοτρόφος/γεωργός από κυνηγός/τροφοσυλλέκτης. Από τη στιγμή, δηλαδή, που η αναπαραγωγή του δεν εξαρτιόταν άμεσα από ό,τι έβρισκε έτοιμο στη φύση, αλλά μπορούσε να πολλαπλασιαστεί, καλλιεργώντας τη γη και εκμεταλλευόμενος κάποια ζώα. Τώρα, όμως, πλησιάζουμε στο όριο αυτής της εξέλιξης, με τον άνθρωπο να έχει πάρει μια δυναμική ανάπτυξης που δεν μπορεί να ανακόψει, έστω κι αν βλέπει ότι τον οδηγεί σε σύγκρουση κατά μέτωπο.

Η κεκτημένη ταχύτητα της ανθρώπινης επεκτατικότητας είναι τέτοια, που τίποτε δεν μπορεί τη να σταματήσει, πέρα από το τείχος στο οποίο θα πέσει. Το πώς και πότε θα γίνει αυτό, όπως και τι θα διασωθεί, είναι το ερώτημα.

Αυτή είναι η τώρα εποχή μας και αυτό το πρόβλημα καλούμαστε εμείς οι σημερινοί να διαχειριστούμε. Εμείς, που διαθέτουμε πρωτοφανή πλούτο σε σχέση με τους παλαιότερους, και την ίδια στιγμή αντιμετωπίζουμε τις συνέπειες του πλουτισμού μας εις βάρος της φύσης.

Η εποχή μας έχει κι άλλες μεγάλες προκλήσεις, αλλά η περιβαλλοντολογική / πληθυσμιακή, που περιγράψαμε πιο πάνω, είναι η πιο κρίσιμη και η πλέον καθοριστική για την ύπαρξή μας. Πολλές από τις άλλες προκλήσεις, απορρέουν, βασικά, από αυτή.
Το μεταναστευτικό κύμα οφείλεται, εν πολλοίς, στην πληθυσμιακή πίεση και στην αναζήτηση καλύτερων όρων διαβίωσης των φτωχών στον «Δυτικό» κόσμο, ο οποίος αγωνίζεται απεγνωσμένα να διατηρήσει τα κεκτημένα του, βάζοντας φραγμούς στους απαιτητικούς, νέους πληθυσμούς, την ώρα που ο ίδιος γερνάει. 
Η γήρανση του πληθυσμού των «Δυτικών», αντί να εξισορροπηθεί με εισδοχές μεταναστών, αντιμετωπίζεται με μέτρα προώθησης της εγχώριας γεννητικότητας, με αποτέλεσμα περαιτέρω αύξηση του πληθυσμού στο σύνολό του.
Από την άλλη, οι ηλικιωμένοι, που ολοένα αυξάνονται (καθώς το όριο επιβίωσης μεγαλώνει), εξαντλούν περαιτέρω τα φυσικά αποθέματα, προστιθέμενοι στον διαρκώς αυξανόμενο συνολικό πληθυσμό. Επιπλέον, εξαντλούν τα διαθέσιμα οικονομικά αποθέματα, καθώς απορροφούν πόρους, χωρίς να μπορούν να συμβάλουν στην ανανέωσή τους.
Η εσωτερική κατάρρευση των γερασμένων κοινωνιών έχει αρχίσει να διαφαίνεται με την κρίση του ασφαλιστικού συστήματος και της περίθαλψης, που δεν θα αντέξει για πολύ να συντηρεί και να φροντίζει ένα τόσο μεγάλο ποσοστό ανενεργού πληθυσμού.
Ούτε μπορούμε, όμως, να απαλλαχτούμε από τους γέρους γονείς μας, ούτε από τα μωρά μας, για να λύσουμε το πρόβλημα. Κάτι τέτοιο θα ήταν απάνθρωπο.

Δεν μπορούμε να πάμε κόντρα στην ανθρώπινη φύση μας, για να σωθούμε από αυτή.

Η ανθρωπιά δεν μας επιτρέπει ούτε να βυθίζουμε τα πλοία των μεταναστών, αλλά σπεύδουμε να τους σώσουμε όταν βυθίζονται. Είναι, όμως, και ανθρώπινο να ανησυχούμε με την προοπτική της μαζικής εισροής τους. Ούτε αυτοί, πάντως, μπορούν να σταματήσουν την απεγνωσμένη τους προσπάθεια να μεταναστεύσουν,  για να γλυτώσουν από τους «καταραμένους» τόπους τους. Μοιάζει για αδιέξοδο.

Ο μέσος «δυτικός» πολίτης αντιλαμβάνεται το αδιέξοδο. Το αίσθημα ανημποριάς και ανασφάλειάς του επιτείνεται από την αυξανόμενη εγκληματικότητα, τις τρομοκρατικές επιθέσεις και τη γενικότερη ρευστότητα των κοινωνιών εξ αιτίας της παγκοσμιοποίησης.

Η αδυναμία του συστήματος να προστατεύσει τον μέσο πολίτη, τον στρέφει σε λαϊκίστικες, δήθεν «αντισυστημικές», αλλά στην ουσία, κρυπτοφασιστικές πολιτικές επιλογές, που απειλούν με τον ανορθολογισμό τους την έλλογη διαχείριση των προκλήσεων.

Η νίκη του Τραμπ, η άνοδος των ακροδεξιών στην Ευρώπη, το brexit, η επικράτηση λαϊκιστών σε χώρες σε κρίση (όπως η Ελλάδα), η σουλτανοποίηση της Τουρκίας με τον Ερντογάν και η τσαροποίηση της Ρωσίας με τον Πούτιν, είναι δείγματα ανορθολογικής αντιμετώπισης των προκλήσεων στην εποχή που ζούμε. Αν σε αυτά προστεθεί ο τζιχαντισμός, που είναι η πια ακραία μορφή αντίδρασης στην παγκοσμιοποίηση, έχουμε την εικόνα ενός κόσμου σε παραλογισμό.
Η κατάσταση μπορεί να γίνει πολύ επικίνδυνη αν οι «μεγάλες δυνάμεις», έχοντας άφρονους ηγέτες, οδηγηθούν σε ανοιχτή σύγκρουση για τον έλεγχο των ολοένα μειούμενων φυσικών πόρων, χρησιμοποιώντας το πυρηνικό τους οπλοστάσιο. Κάτι  τέτοιο θα επιτάχυνε δραματικά τις αλλαγές της ανθρωποκαίνου περιόδου, καθιστώντας μεγάλες εκτάσεις  της γης ακατοίκητες.

Η γεωγραφία του πλανήτη θα αλλάξει για τον άνθρωπο, ούτως ή άλλως. Πολλές κατοικήσιμες εκτάσεις θα χαθούν, όπως προβλέπεται, από την κλιματική αλλαγή και την άνοδο της θάλασσας. Οι άνθρωποι θα αναγκαστούν να αποσυρθούν στα ενδότερα, να πάνε στα ορεινά, να κινηθούν προς τους πόλους ή τις στέπες ή ακόμη και τις ερήμους.  Μέρη που ως τώρα ήταν απρόσιτα θα πρέπει να γίνουν κατοικήσιμα από τον άνθρωπο, κάτι που μάλλον θα το καταφέρει.

Ο άνθρωπος έχει επιτύχει πολλά ως τώρα, και με τα εξελιγμένα τεχνολογικά του μέσα θα μπορέσει να διασώσει ένα μέρος του πληθυσμού του στην ίδια τη γη, πριν καταφύγει πιθανόν στο διάστημα.  Η γη, ακόμη και στα πλέον απρόσιτα μέρη της, παραμένει περισσότερο φιλόξενη από οποιοδήποτε γνωστό πλανήτη.

Οι αλλαγές της ανθρωποκαίνου δεν προβλέπεται να είναι τέτοιες που να μας αποδεκατίσουν. Απλά, η γεωγραφία δεν θα είναι ακριβώς όπως την ξέρουμε, ούτε εμείς θα συνεχίσουμε να υπάρχουμε όπως τώρα.

Οι ανατροπές στις κοινωνίες μας θα είναι «επαναστατικές», μόνο που δεν θα τις φέρει κάποιο επαναστατικό κίνημα, αλλά η κατάρρευση του συστήματος από τα ίδια τα αδιέξοδά του.
Το σύστημα, ως το σύνθετο πλέγμα συγκρότησης των κοινωνιών μας, δεν αλλάζει με αντικαπιταλιστικές εφόδους γιατί δεν είναι ο καπιταλισμός που το κατευθύνει, αλλά η επεκτατική δυναμική του ίδιου του ανθρώπου. Απλά, η καπιταλιστική επεκτατικότητα εκμεταλλεύεται αυτή τη δυναμική και επιταχύνει τις «μοιραίες» εξελίξεις, ωθώντας το σύστημα σε ακόμη μεγαλύτερες ανισορροπίες (ανισορροπίες τόσο με τη φύση όσο και μεταξύ των ανθρώπων - καθώς η ψαλίδα πλούσιων και φτωχών μεγαλώνει).

Οι καπιταλιστικές ανισορροπίες θα διορθωθούν, μάλλον, με τη μαθηματική κατάρρευση του  συστήματος (την οποία επιταχύνουν),  παρά από κάποια εσωτερική διόρθωσή του - από κάποια επαναστατική κριτική του ή από τον έγκαιρο αυτοέλεγχό του.

Από τη μια, ο αυτοέλεγχος του καπιταλισμού, με τους διάφορους πανεπιστημιακούς συμβούλους, αναιρείται από την εγγενή τάση του για μεγαλύτερο κέρδος, την οποία υποχρεούνται να σεβαστούν οι περισσότεροι σύμβουλοι προκειμένου να αμειφτούν.
Από την άλλη, η επαναστατική κριτική δεν είναι ικανή να σχηματίσει εναλλακτικό σχέδιο διακυβέρνησης, διότι είτε ως αριστερή κριτική πάσχει από παραδοσιακές ιδεοληψίες είτε ως αναρχική πάσχει από μονιστικές ψευδαισθήσεις.
Ούτε μια πιο ρεαλιστική, μεταρρυθμιστική πολιτική (σοσιαλδημοκρατικού τύπου, ας πούμε) μπορεί να επιφέρει τις δραστικές αλλαγές που χρειάζονται. Οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις αναγκάζονται να διαχειριστούν μάλλον τις ανισορροπίες του καπιταλισμού, παρά να τον αλλάξουν, καθώς η εξάπλωσή του ξεπερνάει τις δυνατότητες των επιμέρους κρατών.
Τα οικολογικά κινήματα που είναι πιο κοντά στο να συλλάβουν ένα παγκόσμιο σχέδιο, είναι απίθανο να συσπειρώσουν τα έθνη σε μια παγκόσμια κυβέρνηση οικουμενικής σωτηρίας, τη στιγμή που ο εθνικισμός επανέρχεται δριμύτερος (θέτοντας σε κίνδυνο ενώσεις κρατών όπως η ΕΕ).
Σύμφωνα με όλα τα σημερινά δεδομένα, φαίνεται πρακτικά αδύνατο να γίνει κάτι δραστικό που θα αλλάξει τη ροή των πραγμάτων. Αργά ή γρήγορα, αυτή θα οδηγήσει στην κατάρρευση. Μπορεί να μην είναι θέμα των επόμενων 10ετιών, αλλά να πάρει περισσότερο χρόνο, όσο υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω επέκτασης. Αυτό, όμως, δεν θα αποτρέψει τη συρρίκνωση που θα ακολουθήσει. Πρόκειται για μια πρόβλεψη στην οποία θα συμφωνήσουν σήμερα οι περισσότεροι, ακόμη και οι πλέον αισιόδοξοι.

Το μέλλον δεν είναι το φωτεινό αύριο που υποσχόταν η επιστημονική αφύπνιση από την Αναγέννηση και μετά. Το μέλλον είναι σκοτεινό, χωρίς πολλά περιθώρια για αισιοδοξία.
Μπροστά σε αυτήν την καταδικασμένη προοπτική φαντάζει μάταιο ακόμη και στους πιο εμπνευσμένους και μαχητικούς να αγωνιστούν για μια αλλαγή πορείας της ανθρωπότητας. Φαίνεται ότι αυτή θα συμβεί εκ των πραγμάτων, με τρόπο καταστροφικό για εμάς, όπου, αφού χαθεί ένα μέρος του πληθυσμού, είτε από άμεσες περιβαλλοντικές επιπτώσεις είτε από έμμεσες, θα έχουμε περιοριστεί όσο μας επιτρέπεται μέσα στα νέα όρια του κόσμου.

Η αντικειμενική αδυναμία αλλαγής του συστήματος ενώπιον της αριθμητικής υπεροχής μαζικών φαινομένων, συνεπικουρούμενη από την κοινωνικοπολιτική μας αδυναμία, επιτείνεται από τη μαζοποίηση της κουλτούρας σε όλες τις κοινωνικές συνιστώσες (στον πολιτισμό, στην επικοινωνία, στην κατανάλωση, στα έθη, κλπ.), που δυσχεραίνει περαιτέρω τις προσπάθειες ποιοτικών αλλαγών στην κοινωνία.

Μέχρι στιγμής φαίνεται να κρατιέται μια κάποια ισορροπία, όπου τα ποιοτικά ζητούμενα παραμένουν ενεργά, παρά την πίεση της μάζας. Μπορεί να μην είναι αυτά που ηγούνται των εξελίξεων, καθώς αυτές κατευθύνονται από το υπεράριθμο πλήθος και την υπεροχή του ποσοτικού παράγοντα πάνω στον ποιοτικό, αλλά υπάρχουν, τουλάχιστον, σαν αντίθεση σε αυτές.

Η αντίθεση στη μαζοποίηση, σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, καταφέρνει και γίνεται θέση, παράγοντας συνθέσεις μορφών που εμπλουτίζουν ποιοτικά τη ζωή μας. Ακόμη, όμως, και ως σκέτη αντίθεση λειτουργεί ως ανάχωμα στη μαζικότητα και καθυστερεί τις εξελίξεις, έτσι που κερδίζεται χρόνος. Χρόνος για να ζήσουμε όσο πιο ποιοτικά μπορούμε εμείς οι ζωντανοί και οι αμέσως επόμενοι από εμάς.
Όταν, όμως, σπάσουν τα φράγματα από την πίεση της μάζας, τότε, όσοι αναζητούν το ποιοτικό δεν θα μπορούν να κάνουν και πολλά. Η ατζέντα τους θα αλλάξει στο «σώζων εαυτόν» αναγκαστικά. Θα γίνουν όπως όλοι, που θα τρέχουν να σωθούν. Ο συνεπαγόμενος ολοκληρωτισμός θα θάψει την όποια διαφορετικότητα στη λάσπη της ομογενοποιημένης μάζας.
Αργότερα, αυτοί που θα διασωθούν μπορεί να ψάξουν στα ιζήματα της εποχής μας και να ανακαλύψουν τις διαμορφώσεις που παρήχθησαν από όσους προσπάθησαν να ζήσουν όσο πιο ποιοτικά γινόταν. Τα ίχνη των σημερινών προσπαθειών που θα έχουν διασωθεί, μπορεί να δώσουν στους επόμενους τα πατήματα να συνεχίσουν την προσπάθεια, να προχωρήσουν από εκεί και πέρα, σε ένα δικό τους δρόμο, στον κόσμο που θα έχει προκύψει μετά τη «διόρθωση».
Εμείς σήμερα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο από το να προσπαθούμε το καλύτερο, παρόλες τις σίγουρες προβλέψεις «πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος κ οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε».