Όσοι θεωρητικολογούμε
τείνουμε να αγνοούμε κάποιες απλές και βασικές προϋποθέσεις πραγματοποίησης
όσων προτείνουμε. Εγώ, ας πούμε, έχω καταλήξει ότι το μόνο που έχει νόημα στη
ζωή είναι να περνάμε καλά όσο ζούμε
γιατί μετά δεν έχει. Το έχω συμπεράνει θεωρητικά και το έχω θεμελιώσει ως Αρχή,
κατά τη
γνώμη μου.
Η Αρχή αυτή μπορεί να
χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση και επεξεργασία για να θεμελιωθεί φιλοσοφικά
και να επικυρωθεί από τους ειδικούς. Πέρα όμως από τη φιλοσοφική θεμελίωσή της,
συνεπάγεται κάποιες προϋποθέσεις.
Το «να περνάμε καλά» ακούγεται σαν μια απλή – έως απλοϊκή – επίκληση, αν δεν αναλυθεί στις πρακτικές συνέπειές της. Αν αναλυθεί, τότε από αυτή τη σκέτη φράση μπορεί να προκύψει μια ολόκληρη βιβλιογραφία.
Πότε συγκεκριμένα μπορούμε να περνάμε καλά και ποιες οι βασικές προϋποθέσεις για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο;
Μετά από μεγάλη έρευνα σε συνεργασία με τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης (ψέματα) κατέληξα στις ακόλουθες πέντε βασικές προϋποθέσεις, που συνεπάγονται κάποια πράγματα και έχουν μερικά ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Πότε συγκεκριμένα μπορούμε να περνάμε καλά και ποιες οι βασικές προϋποθέσεις για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο;
Μετά από μεγάλη έρευνα σε συνεργασία με τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης (ψέματα) κατέληξα στις ακόλουθες πέντε βασικές προϋποθέσεις, που συνεπάγονται κάποια πράγματα και έχουν μερικά ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Ι. ΥΓΕΙΑ ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΟΛΑ
Αν υποφέρεις από κάποια
αρρώστια είναι δύσκολο να περνάς καλά, ακόμα κι αν σου δίνουν τη μορφίνη με το
κουτάλι.
Η προϋπόθεση της υγείας
συνεπάγεται μια σειρά μέτρων:
Α. για την τήρησή της
Β. για τη θεραπεία των ασθενειών.
Α. ΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
Για την τήρηση της υγείας
χρειάζεται καλή φυσική κατάσταση,
άρα κάλυψη των βασικών αναγκών του
ανθρώπου, ήτοι:
1. σωστή διατροφή και νερό
2. καθαρός αέρας και περιβάλλον
3. στέγη και ένδυση
Η σωματική άσκηση είναι
προαιρετική και αφορά κυρίως τους καθιστικούς πληθυσμούς των γραφείων και των
καναπέδων.
Α1. Σωστή διατροφή και νερό
Η σωστή διατροφή δεν
είναι καθόλου δεδομένη στις μέρες μας.
α. Σε άλλα μέρη πεινάνε και
διψάνε,
β. Σε άλλα τρέφονται με junk food και πίνουν ζαχαρωμένα ανθρακούχα.
Α1,α. Όπου
πεινάνε και διψάνε, προέχει η κάλυψη αυτής της στοιχειώδους ανάγκης με υποστήριξη γηγενών
λύσεων παραγωγής τροφής και πρόσληψης νερού. Εάν αυτά δεν είναι αρκετά, θα
πρέπει να συμπληρώνονται με την εισαγωγή τους.
Θα πρέπει επίσης να
επιτρέπεται στους πληθυσμούς αυτών των περιοχών να μετακινηθούν, εφόσον
κινδυνεύει η ζωή τους. Η μετανάστευση είναι η ενδεδειγμένη λύση όταν η
παραγωγή και η εισαγωγή τροφής και νερού δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα
επιβίωσης των ανθρώπων.
Ο έλεγχος των
γεννήσεων είναι ακόμη ένα ενδεδειγμένο μέτρο, εφόσον υπάρχει πρόβλημα
ανεξέλεγκτων γεννήσεων σε υποσιτιζόμενες περιοχές λόγω έλλειψης ενημέρωσης και
προφυλακτικών μέσων.
Επειδή αυτές οι περιοχές
πάσχουν συνήθως από πολέμους, η παύση των πολέμων και η επικράτηση
ειρήνης είναι απαραίτητη, όχι μόνο για εξασφάλιση της υγείας αλλά και της ίδιας
της ζωής.
ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΟ: ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ
Καθώς η πολεμικότητα είναι
μια αρχέγονη μέθοδος διεκδίκησης της τροφής από αντιπάλους είναι το πρώτο
παρεπόμενο που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε στη διερεύνηση του να-περνάμε-καλά
ξεκινώντας από την πρώτη προϋπόθεση της υγείας, τη διατροφή.
Η άρση της πολεμικότητας
δεν αφορά μόνο τις ενεργά εμπόλεμες περιοχές που λιμοκτονούν αλλά και τις εν
δυνάμει πολεμικές, που είναι όλες οι χώρες που συντηρούν στρατούς, σπαταλώντας
τεράστια μέσα σε έναν τομέα απειλητικό για το περνάμε-καλά. Αυτές θα πρέπει να
αφοπλιστούν. Εκτός αν θέλουμε να περνάμε μόνο κάποιοι καλά, όσοι έχουμε
ισχυρούς στρατούς και οι άλλοι ας πεθαίνουν ή ας σκοτώνονται (αν δεν τους
σκοτώνουμε εμείς οι ίδιοι, αυτοπροσώπως ή κατά παραγγελία).
Εφόσον, όμως, το «να-περνάμε-καλά»
αφορά τους πάντες και όχι μόνο κάποιους, ο
πόλεμος ή η απειλή του πολέμου με την παρουσία των στρατών αντικρούεται με αυτή
την αρχή, διότι δεν γίνεται να περνάνε κάποιοι καλά εις βάρος άλλων.
ΠΡΟΚΥΠΤΟΝ:
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑΣ
Εδώ προκύπτει το πρόβλημα της καθολικότητας των αρχών
μας. Είτε αυτές αφορούν τους πάντες και έχουν καθολική ισχύ, οπότε καλούμαστε
να βρούμε έναν τρόπο εφαρμογής τους που συμπεριλαμβάνει τους πάντες (όπως εδώ:
πώς γίνεται να-περνάμε-καλά συνολικά, στην πράξη). Είτε αφορούν μόνον εμάς,
οπότε τις χρησιμοποιούμε κατά βούληση (όπως εδώ: να περνάμε καλά εμείς, πατώντας
επί πτωμάτων, αν χρειαστεί).
Μια αρχή που δεν είναι
καθολική δεν είναι παρά ένα θεωρητικό όπλο εναντίον των άλλων. Αποτελεί μέσο
επιβολής μιας αυθαίρετης άποψης εις βάρος του συνόλου. Είναι μέσο εξουσίας και
τίποτε άλλο.
Η καθολικότητα δεν είναι υποχρεωτική και μπορούμε να
φερόμαστε επιθετικά, αν μας παίρνει, χωρίς πολλές κουβέντες. Να μη μιλάμε καθόλου,
να μη θεωρητικολογούμε και απλά να παίρνουμε κεφάλια. Όμως όταν αναπτύσσουμε θεωρίες εν ονόματι του ανθρώπου, αυτό που
συμπεραίνουμε πρέπει να ισχύει για όλους. Αλλιώς είναι κάλπικο και
πρόκειται για καθαρή απάτη, για να παίρνουμε κεφάλια από τη μια και να το
παίζουμε πνευματικά ανώτεροι από την άλλη.
Ούτε όμως η καθολικότητα συνεπάγεται ότι αναλαμβάνουμε
εμείς εργολαβικά να σώσουμε τους άλλους, να τους καθοδηγήσουμε στο σωστό και να
τους ταΐζουμε στο στόμα, για να περνάμε όλοι καλά. Η καθολικότητα αυτού του
προτάγματος αφορά και αυτούς τους ίδιους, άρα πρέπει να το αναλάβουν προσωπικά,
να δώσουν τις δικές τους λύσεις και να δράσουν πρωτοβουλιακά ως προς αυτό. Η σχέση ετεροκαθορισμού όπου κάποιοι
ανώτεροι φροντίζουν φιλανθρωπικά και φιλεύσπλαχνα κάποιους κατώτερους
παραβιάζει την καθολικότητα.
Η καθολικότητα δεν συνάδει με την αφ’ υψηλού
φιλευσπλαχνία. Είναι άλλο η υποστήριξη κάποιων σε μια δύσκολη στιγμή και άλλο η
εργολαβική ανάληψη της σωτηρίας τους. Εάν αντιμετωπίζουν έκτακτες συνθήκες,
τότε ναι, πρέπει να βοηθάμε. Όπως θα πρέπει να μας βοηθούν και οι άλλοι, σε
ανάλογες περιπτώσεις. Η αλληλεγγύη είναι
σημαντικός παράγοντας επίτευξης της καθολικότητας, όμως δεν μπορεί να είναι
μονόπλευρη. (Προφανώς, αυτό δεν ισχύει για άτομα σε κατάσταση αναπηρίας και
μόνιμης αδυναμίας, τα οποία χρειάζονται διαρκή υποστήριξη.)
Στη θέση της εργολαβικής φιλευσπλαχνίας
θα πρέπει να αναπτυχθεί διεθνής αλληλεγγύη και συνεργασία, όπου οι διάφορες
χώρες ανταλλάσσουν τεχνογνωσία, εμπειρίες και προϊόντα, για την επίτευξη του κοινού καλού.
ΠΡΟΚΥΠΤΟΝ:
ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΤΗΤΑ
Ποιοι θεσμοί όμως θα φροντίζουν για την τήρηση της
καθολικότητας, θα ασχολούνται με το κοινό καλό και θα επιμελούνται τα μέτρα
επίτευξής του; Τα εθνικά κράτη, με τους στρατούς και τις διεκδικήσεις τους, είναι ακατάλληλα για αυτό
το ρόλο. Θα πρέπει λοιπόν να δημιουργηθούν οι κατάλληλοι παγκόσμιοι θεσμοί.
Προφανώς οι στρατοί θα πρέπει να καταργηθούν, καθώς
δεν συνάδουν με την παγκοσμιότητα. Το να δημιουργηθεί ένας παγκόσμιος πολεμικός
μηχανισμός θα ήταν περιττό, εκτός αν απειλούμαστε από εξωγήινους. Αυτό που θα
χρειαζόταν είναι ένας διεθνής μηχανισμός ασφαλείας – κάτι σαν διεθνή
αστυνομία – που θα προστάτευε τους πολίτες από κακόβουλες πράξεις εγκληματικών
στοιχείων.
Οι πόροι και τα μέσα που θα απελευθερωνόταν από την
κατάργηση των στρατών θα μπορούσαν να διατεθούν για την παγκόσμια επίτευξη τού να-περνάμε-καλά, ξεκινώντας από τα στοιχειώδη μέτρα
τήρησης της υγείας: της σωστής διατροφής και του πόσιμου νερού για όλους.
--------------------------------------------------
[Παρέκβαση}
Βλέπουμε ότι από ένα απλό πρώτο μέτρο, αυτό για την
τήρηση της υγείας, προκύπτουν να γίνουν ένα σωρό πράγματα. Θα μπορούσε να
ενεργοποιηθεί η παγκόσμια παραγωγική μηχανή για να τα επιτύχει και να έχουμε
πλήρη απασχόληση των πάντων για να-περνάμε-καλά. Αντ’ αυτού έχουμε άγονες
αντεγκλήσεις, πεισματικές γραφειοκρατίες και αδιέξοδους ανταγωνισμούς των
ανθρώπων. Μόνο κάποια επιμέρους σχέδια συγκράτησης της επιθετικότητας τους
(τόσο μεταξύ τους, όσο και εναντίον της φύσης) υπάρχουν από τους υφιστάμενους παγκόσμιους
φορείς. Οι μεγαλόπνοες ιδέες της δημιουργικής
υπέρβασής των αδιεξόδων απουσιάζουν ή θεωρούνται γραφικές.
Όσα προκύπτουν εδώ μπορεί να φαντάζουν ουτοπικά, όμως
αυτό δεν αναιρεί την αναγκαιότητά τους.
Διάφορα ειρηνιστικά και διεθνιστικά κινήματα τα έθεσαν επίσης στο
παρελθόν, αλλά τότε μπορεί να ακουγόταν αφηρημένα και ιδεαλιστικά. Εδώ
προκύπτουν «μαθηματικά» από το να-περνάμε-καλά, εφόσον το αναπτύξουμε στις
συνέπειές του. Εάν πραγματοποιηθούν ή όχι, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ένας
από τους πιο σημαντικούς είναι ο χρόνος.
Η αλλαγή νοοτροπίας των ανθρώπων χρειάζεται πολύ χρόνο,
ενώ, από την άλλη, ο χρόνος λιγοστεύει. Η επιθετικότητα εναντίον της φύσης
μπορεί να οδηγήσει σε κατάρρευση του οικοσυστήματος και να προκαλέσει παγκόσμιες
αλλαγές, που θα συμβούν από την καταστροφή και όχι τη δημιουργία.
Είναι αμφίβολο αν οι άνθρωποι κινητοποιηθούν έγκαιρα. Μπορεί
όλα αυτά που αναφέρονται εδώ να αποδειχθούν μάταια, αλλά δεν μπορούμε να μην τα
πούμε, έστω κι αν αγνοηθούμε.
---------------------------------------------------
{Επιστροφή στις
προϋποθέσεις }
Α1,β. Όπου τρέφονται με junk food και πίνουν
ζαχαρωμένα ανθρακούχα, προέχει η
ποιοτικο-ποίηση της διατροφής, με στροφή στις οργανικές καλλιέργειες
και χρήση φυσικών υλικών και υγιεινών μεθόδων στην παρασκευή των τροφών. Πέρα
από ενημέρωση για τον υγιεινό τρόπο που πρέπει να ακολουθούν οι καταναλωτές,
χρειάζεται δραστική αλλαγή από την πλευρά των παραγωγών και προμηθευτών.
Το μοντέλο της φτηνής και μαζικής
παραγωγής τροφών, με εκτεταμένη χρήση χημικών και γενετικών μεθόδων, είναι
πολλαπλά καταστροφικό. Ζημιώνει τόσο την υγεία των ανθρώπων όσο και των άλλων
ειδών, ενώ θέτει σε κίνδυνο το φυσικό περιβάλλον.
Το πώς θα συμβεί αυτό,
ώστε η παραγωγή να ανταποκρίνεται στη ζήτηση και οι τιμές να είναι προσιτές
στους καταναλωτές, αφορά πάλι ένα μακρόπνοο σχέδιο σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το ίδιο ισχύει και για όσα θα συναντήσουμε παρακάτω, οπότε δεν θα το
επαναλαμβάνουμε.
----------------------------------------------------------
Εδώ τίθενται οι αναγκαιότητες, όπως προκύπτουν από την
ανάλυση του να-περνάμε-καλά στις βασικές του προϋποθέσεις. Η ανταπόκριση σε
αυτές εξαρτάται από την ενεργοποίηση των ανθρώπων σε παγκόσμιο επίπεδο, εφόσον
συμφωνούν στην καθολικότητα του αιτήματος. Εάν ενεργοποιηθούν, είναι σίγουρο
ότι θα βρουν λύσεις, αρκεί να προλάβουν το χρόνο που τρέχει.
----------------------------------------------------------
Α2. Καθαρός αέρας και περιβάλλον
Ο μολυσμένος αέρας και το βρώμικο περιβάλλον
από σκουπίδια, ακαθαρσίες και λύματα κάθε είδους σε γη και θάλασσα είναι
νοσογόνοι παράγοντες, που απειλούν τη φυσική κατάσταση πολλών ανθρώπων και την
ίδια τη φύση. Ακόμα ένα παγκόσμιο
σχέδιο.
Α3. Στέγη και ένδυση
Η στέγη υπήρξε πάντα πολύ
σημαντική για τον άνθρωπο, όχι μόνο για λόγους προστασίας από εξωτερικούς
παράγοντες αλλά και σαν εσωτερική του θεμελίωση - σαν βάση, έδρα, εστία,
σπιτικό του. Αποτελεί για τους περισσότερους ανθρώπους την πρώτη τους ευχή: ένα σπίτι που να ανταποκρίνεται στον τρόπο που
θα ήθελαν να ζήσουν. Αυτό καθιστά τη στέγη πολλαπλά σημαντική για
να-περνάμε-καλά.
Η ένδυση δεν είναι
απαραίτητη σε κάποια κλίματα, αλλά σε
αρκετά χρειάζεται για προστασία. Οι άνθρωποι δεν φαίνεται να αντιμετωπίζουν
μεγάλο πρόβλημα κάλυψης αυτής της ανάγκης, αν και θα απαιτείτο η χρήση φυσικών
υλικών και δικαιότερων μεθόδων στην κατασκευή των ρούχων. (Ισχύει ό,τι και στη
φτηνή, μαζική διατροφή)
ΠΡΟΚΥΠΤΟΝ:
ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ
Τόσο στη στέγη όσο και στην ένδυση τίθενται θέματα αισθητικής και προσωπικής προτίμησης
των ατόμων για το πώς θέλουν να ντυθούν και πού να μείνουν, τα οποία δεν μπορούν να ομαδοποιηθούν. Αφορούν τα άτομα και πρέπει να λυθούν από
αυτά, για να περνάνε-καλά, χωρίς να επιβαρύνουν τους άλλους. Αυτό δεν είναι
πάντα δυνατό και γι’ αυτό χρειάζονται κανόνες διαπραγμάτευσής των
διεκδικήσεών τους και επίλυσης των διαφορών τους.
ΠΡΟΚΥΠΤΟΝ: ΔΙΑΦΟΡΑ
ΚΑΘΟΛΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΟΥ
Όταν συζητάμε τις προϋποθέσεις να-περνάμε-καλά μιλάμε για
ένα αφηρημένο, γενικό υποκείμενο: εμάς. Εμείς, σε αυτή τη συζήτηση, είμαστε
όλοι οι άνθρωποι ή πρέπει να είμαστε, για να έχουν καθολική ισχύ τα
συμπεράσματά της. Εμείς όμως δεν είμαστε
όλοι ένα. Υπάρχουν διαφορές μεταξύ μας που ποικίλουν από το πρώτο ενικό «εγώ»
ως το τρίτο πληθυντικό «αυτοί». Οι διαφορές αυτές είναι σημαντικές για τη
βιοποικιλότητα της ζωής και για τη δική μας, ξεχωριστή ύπαρξη.
Όταν μιλάμε ως «εμείς» θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη τις επιμέρους
διαφορές μας ώστε τα γενικά συμπεράσματα να αφορούν μόνο το κοινό μας πεδίο,
αφήνοντας στα άτομα να δράσουν ελεύθερα στο προσωπικό. Χρειάζεται ιδιαίτερη
προσοχή σε αυτό διότι η εισβολή του
καθολικού σε πεδία που δεν του ανήκουν οδηγεί στον ολοκληρωτισμό. Θα πρέπει
να γίνεται σαφής διαχωρισμός των θεμάτων που αφορούν το σύνολο (το καθολικό)
και αυτών που ανήκουν σε υποσύνολα ή άτομα, που θα πρέπει να τα αναλαμβάνουν
ξεχωριστά.
Εδώ συζητάμε μόνο τις γενικές προϋποθέσεις
να-περνάμε-καλά, ορίζοντας αυτές που ισχύουν για όλους ανεξαιρέτως. Πέραν
αυτών, ο καθένας έχει τις προσωπικές του ανάγκες και βλέψεις που εξειδικεύουν
το γενικό αίτημα και το κάνουν δικό του. Γι’ αυτές πρέπει να φροντίσει ο ίδιος
και το σύνολο να μην τον εμποδίζει, αντίθετα να τον υποστηρίζει ει δυνατόν,
εφόσον δεν κινείται εναντίον του.
Η σχέση ατόμου και
συνόλου είναι συμπληρωματική, όταν κοινός στόχος είναι το καθολικό
να-περνάμε-καλά. Η σχέση
συμπληρωματικότητας ανάμεσά τους συντελεί ταυτόχρονα στη γενική και στην
ατομική «καλοπέραση», εκεί που αυτά συναντιούνται.
Οι διαφορές ανάμεσα στα άτομα θα πρέπει να ρυθμίζονται
βάσει κοινά αποδεκτών κανόνων που να συμβάλλουν στην εξισορρόπηση των
ξεχωριστών δυναμικών των ατόμων, ώστε να μη παραβιάζουν το μέτρο της
ισορροπίας, αλλά και να μη χάνουν τη δυναμική τους.
{Επιστροφή στις γενικές
προϋποθέσεις Ι, της Υγείας}
Β. ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ
Η ιατρική επιστήμη κάνει
θεαματικές προόδους, αξιοποιώντας τα ευρήματα άλλων επιστημών και αφομοιώνοντας
άμεσα τις τεχνολογικές εξελίξεις, για τη δική της επιστημονική εξέλιξη.
Η επιστημονική εξέλιξη
συμβάλει ποικιλοτρόπως στα θέματα της υγείας και είναι σημαντική η στήριξή της,
ακόμη και αν δεν αποδίδει άμεσα οικονομικά οφέλη. Γι’ αυτό, η έρευνα θα
πρέπει να μην εξαρτάται μόνο από τις ιδιωτικές εταιρίες, αλλά να διεξάγεται
και ανεξάρτητα από αυτές.
Η ανεξαρτησία της
Ιατρικής από επιχειρηματικά συμφέροντα θα της επιτρέψει να διερευνήσει ελεύθερα
και άλλους παράγοντες υγείας, όπως τους ψυχοσωματικούς και τους περιβαλλοντικούς,
οι οποίοι δεν είναι εκμεταλλεύσιμοι εμπορικά.
Ειδικά, οι ψυχικές
ασθένειες είναι πιο σύνθετες από τις σωματικές και πρέπει να διερευνώνται
πολύπλευρα. Πέρα από αυτές που έχουν οργανική βάση – όπως στη διανοητική
αναπηρία – οι άλλες επηρεάζονται λίγο ως πολύ από τη σχέση των ατόμων μεταξύ
τους και με τον εαυτό τους.
Η αποξένωση των ατόμων μεταξύ τους
και με τον εαυτό τους προκαλεί την αντίδραση της ψυχής, που δείχνει το πρόβλημα
του διχαστικής ανάπτυξής μας. Βάζουμε εξωτερικούς στόχους υλιστικής ανάπτυξης
που μας απομακρύνουν από αυτό που ζητάει η ψυχή μας, να-περνάμε-καλά. Θα έπρεπε
η ανάπτυξη να συμβάλει σε αυτό και οι επενδύσεις μας να αποφασίζονται σύμφωνα
με τις υποδείξεις της ψυχής μας.
ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΟ: ΔΗΜΟΣΙΑ
ΥΓΕΙΑ
Το σύνολο των υπηρεσιών
υγείας, από τα νοσοκομεία και τα ιατρεία ως τα ερευνητικά κέντρα
και τα φαρμακεία
φροντίζουν στην ουσία για την εξασφάλιση του υπ’ αριθμόν ένα παράγοντα για να
περνάμε καλά. Προφανώς θα πρέπει να υποστηρίζονται και να χρηματοδοτούνται έτσι
ώστε να αποδίδουν το καλύτερο αποτέλεσμα. Αυτό πρέπει να είναι το κριτήριο.
Η ιατρική επιστήμη δεν
έχει εφευρεθεί για να θησαυρίζουν κάποιες εταιρίες (ασφαλιστικές,
νοσοκομειακές, φαρμακευτικές, κλπ.) ή μερικοί μεγαλο-γιατροί. Η κερδοσκοπική
σχέση στο ιατρικό επάγγελμα είναι ξένη με το αντικείμενό του και πρέπει να
ελέγχεται. Όπως θα πρέπει και να ανταμείβεται ικανοποιητικά η προσφορά του στο
σύνολο, από το ίδιο το σύνολο. Είτε αυτό το σύνολο εκπροσωπείται από το δημόσιο
είτε από άλλους συλλογικούς ασφαλιστικούς φορείς, θα πρέπει να φροντίζει για την κάλυψη της υγείας όλων, ώστε κανείς που
πάσχει να μην μένει αβοήθητος.
Το κριτήριο της οικουμενικότητας καθιστά την υγεία
δημόσιο αγαθό, καθώς αποτελεί την πρώτη γενική προϋπόθεση της Αρχής μας.
Πέραν της δημόσιας
υγείας, όσοι ιδιώτες έχουν ειδικές απαιτήσεις, μπορούν προφανώς να πληρώνουν
έξτρα ή και να δημιουργούν τα δικά τους παράλληλα συστήματα υγείας, χωρίς αυτό,
όμως, να υποβαθμίζει την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών δημόσιας υγείας.
ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΟ: ΓΥΡΑΝΣΗ
ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ
Ένα από τα προβλήματα που
αντιμετωπίζει η Δημόσια Υγεία στον «αναπτυγμένο κόσμο» είναι ο μεγάλος αριθμός
των ηλικιωμένων και υπερήλικων που «επιβαρύνει» τις δαπάνες της, τόσο γιατί
χρήζουν μεγαλύτερης φροντίδας όσο και διότι δεν συμβάλλουν οικονομικά καθώς δεν
εργάζονται. Σε αυτές τις χώρες μιλάνε για γήρανση πληθυσμού και για κατάρρευση
των ασφαλιστικών συστημάτων, ενώ την ίδια στιγμή βάζουν φραγμούς στους
νέους μετανάστες, επιτείνοντας έτσι το αδιέξοδο. Προφανώς μια λύση θα ήταν
οι μετανάστες, αρκεί το μεταναστευτικό να διαχειριζόταν με τρόπο που να
λύνει περισσότερα προβλήματα από όσα πιθανόν να δημιουργεί.
Εδώ προκύπτει ξανά το
ζητούμενο της παγκοσμιότητας, με άνοιγμα συνόρων (ελεγχόμενο, έστω) και
παγκόσμιους θεσμούς. Μόνο η δημιουργική
παγκοσμιοποίηση μπορεί να λύσει οικουμενικά θέματα, όπως αυτό της Υγείας, αλλά
και της γήρανσης κάποιων πληθυσμών.
Αλλά και πάλι, κάποια
στιγμή η ανθρωπότητα θα έφτανε
αναπόφευκτα στο όριο της γήρανσης, εκτός αν ερχόταν μετανάστες από άλλους
πλανήτες.
Εδώ πρέπει να
συζητηθεί το γήρας καθαυτό: “Γέρος»
δεν σημαίνει απαραίτητα ανίκανος. Υπάρχουν πάρα πολλοί ηλικιωμένοι που ενώ
έχουν ακόμη ενέργεια να κάνουν πράγματα, κάθονται στα παγκάκια και ταΐζουν - υπεράριθμα, επίσης – περιστέρια. Αυτό θα
πρέπει με κάποιο τρόπο να λυθεί. Σίγουρα όχι με εξαναγκασμό σε εργασία.
Άλλωστε, η εργασία δεν πρέπει να είναι εξαναγκασμός.
ΠΡΟΚΥΠΤΟΝ:
ΕΡΓΑΣΙΑ
Η σχέση με την εργασία
δεν πρέπει να είναι εξαναγκασμένη ή καταναγκαστική (και ακόμη καλύτερα να μην είναι καν αναγκαστική). Η σχέση εξαναγκασμού αντιβαίνει στην Αρχή
«Να Περνάμε Καλά». Σύμφωνα με αυτήν, θα έπρεπε οι άνθρωποι να εργάζονται για να διαθέσουν ελεύθερα
το ενεργειακό τους πλεόνασμα - το παραγωγικό τους δυναμικό ή δημιουργική τους
ενέργεια – στην παραγωγή έργου σύμφωνα με τα ταλέντα και τις ικανότητές τους,
τις τάσεις και την καλλιέργειά τους.
Παρόλα αυτά, είμαστε συχνά υποχρεωμένοι να εργαζόμαστε εξ’
ανάγκης όταν τα παραπάνω δεν αρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες μας. Η «αναγκαστική»,
δηλαδή, η «εξ ανάγκης» εργασία είναι αναπόφευκτη σε αυτές τις περιπτώσεις.
Εφόσον, όμως, συμβάλει πραγματικά στην κάλυψη των αναγκών μας, ανοίγει το δρόμο
στην απόλαυση, με την ταύτιση έργου και ζωής. Αρκεί να τη συνδέουμε με αυτή.
Η εργασία στις διάφορες μορφές της, από την αναγκαστική
και εκτελεστική έως την ελεύθερη και δημιουργική, έχει νόημα εφόσον συνδέεται
με το μόνο νόημα: να περνάμε καλά. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να
αποσυνδέεται από αυτό παίζοντας ρόλο
εξαναγκασμού, καταπίεσης και εκμετάλλευσης από ισχυρότερα άτομα, ομάδες ή
τάξεις, για τη δική τους αποσυνδεδεμένη καλοπέραση. Οι εξ ανάγκης εργαζόμενοι
οφείλουν να αντιδράσουν στην εκμετάλλευση τους από όσους έχουν τα μέσα να τους
εκμεταλλευτούν για τον δικό τους μόνο πλουτισμό.
{Το θέμα του πλούτου εισάγει
στη δεύτερη προϋπόθεση καλοπέρασης: τα λεφτά!}
ΙΙ. ΛΕΦΤΑ!
Μετά την υγεία, αυτό που
συνήθως ακολουθεί στη σειρά των προϋποθέσεων που θέτουν οι περισσότεροι για να
περνάνε καλά είναι τα λεφτά. Τα λεφτά υπόσχονται απελευθέρωση από την ανάγκη, ελευθερία επιλογών και ικανοποίηση
επιθυμιών.
Οι επιθυμίες δεν αφορούν
πάντα την απόκτηση υλικών αγαθών. Έχουν να κάνουν συχνά με τη διασκέδαση, τη ψυχαγωγία και τον πολιτισμό.
Οι άνθρωποι θέλουν να
ταξιδεύουν, να πηγαίνουν σε θέατρα και φεστιβάλ, σε συναυλίες και χορούς, να
χαίρονται την Τέχνη και την Ομορφιά (ανάλογα
με τα γούστα τους, φυσικά), να κάνουν εκδρομές στη φύση, σπορ και παιχνίδια. Όλα
αυτά είναι ουσιαστικά στο να περνάμε καλά, όμως απαιτούν κάποια λεφτά, έστω για
να έχουμε τον ελεύθερο χρόνο που
χρειάζονται.
Γι’ αυτό, όλοι θέλουν τα
λεφτά. Όμως, δεν μοιράζονται τζάμπα. Χρειάζονται κόπο. Το πρόβλημα δεν
βρίσκεται στον κόπο που χρειάζονται, διότι αυτός είναι γενικά αποδεκτός από
τους ανθρώπους ως εύλογη προϋπόθεση για κάθε απόκτημα.
Το πρόβλημα βρίσκεται στο
ότι κάποιοι αποκτούν πολλά λεφτά χωρίς καθόλου κόπο (είτε κληρονομώντας τα,
είτε υφαρπάζοντάς τα) ή με ελάχιστο κόπο συγκριτικά με τους υπόλοιπους (είτε
υπερτιμολογώντας εαυτούς, είτε εξαπατώντας τους λοιπούς). Αυτό κλονίζει τη
σχέση κόπου και αποκτήματος, εισάγοντας το στοιχείο της αδικίας στην κοινωνία,
με συνέπεια διαρκείς εντάσεις και δυσφορία.
ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΟ: ΔΙΚΑΙΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ
Η αδικία ενοχλεί καίρια την απόλαυση της ζωής και είναι
αντίθετη προς την Αρχή μας. Αυτό συνεπάγεται μια σειρά από ρυθμίσεις σχετικά με
τον πλούτο, που θα αποκαθιστούν τη σχέση κόπου και αποκτήματος στο μέτρο του
δικαίου. Αναφέρουμε κάποιες που προκύπτουν άμεσα:
-
Κοινωνικοποίηση του
κληρονομημένου πλούτου, από ένα ποσό και μετά, καθώς οι κληρονόμοι
δικαιούνται βασικά στοιχεία της περιουσίας του εκλιπόντος, που είναι
συνδεδεμένα με τη ζωή τους (πχ. το οικογενειακό τους σπίτι ή το οικογενειακό
εξοχικό ή την οικογενειακή επιχείρηση, το μαγαζί, κλπ.) Επειδή δεν μπορεί να
ορίζεται κάθε φορά η προσωπική σχέση με τα κληροδοτήματα, μπορεί να ορίζεται
ένα εύλογο ποσόν το οποίο να περνάει στη δικαιοδοσία των κληρονόμων και από
εκεί και πέρα να αυξάνονται οι κρατήσεις (με φόρους ή αλλιώς) ώστε το υπόλοιπο
να αποδίδεται στο σύνολο, έτσι που να συμβάλει δημιουργικά και παραγωγικά στην
καλοπέραση όλων. Ο εκλιπών μπορεί να ορίζει από μόνος του, στη διαθήκη του, τον
τρόπο που επιθυμεί να κοινωνικοποιηθεί ο πλεονάζων πλούτος του. Αυτό το μέτρο
αφορά προφανώς τις μεγάλες περιουσίες και όχι τις μικρές κληρονομιές, που δεν
δημιουργούν κάποια κοινωνική αστάθεια όπως η προκλητική αδικία των μεγάλων
κληρονομιών.
-
Πάταξη της υφαρπαγής
πλούτου, με διαρκή έλεγχο της πηγής του («πόθεν έσχες») έτσι
ώστε όποιο απόκτημα δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ως προϊόν κόπου, να
κοινωνικοποιείται. Ο έλεγχος σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης, απαιτεί διεθνή
συνεργασία και εξάλειψη διάφορων επινοημένων «παραδείσων» απόκρυψης του
υφαρπαγμένου πλούτου.
-
Περιορισμός της
αισχροκέρδειας, με έλεγχο της αντιστοιχίας κόπου και αποκτήματος (ώστε να μην επιτρέπονται
υπερτιμολογήσεις ή εξαπατήσεις). Επειδή όμως δεν πρέπει να οδηγηθούμε σε
ολοκληρωτικές καταστάσεις καταπάτησης της ελευθερίας των συναλλαγών με τον ασφυκτικό
έλεγχό τους στο παραμικρό, μπορεί να ορισθεί ένα όριο πλουτισμού πάνω από το
οποίο θα αυξάνουν οι φόροι. Στον ορισμό του ποσού πρέπει να ληφθεί υπόψιν η
Αρχή μας, έτσι ώστε τα άτομα να μπορούν να χαρούν τα λεφτά που έβγαλαν για να
περνάνε καλά, αυτοί και οι δικοί τους. Τα λεφτά που πλεονάζουν και
θησαυρίζονται πρέπει να περνάνε στο σύνολο για να αξιοποιηθούν δημιουργικά και
παραγωγικά υπέρ της γενικής καλοπέρασης. Ο φορολογημένος πρέπει να έχει μερίδιο
στη γενική χαρά, στην οποία συμβάλει με τους φόρους του και γι’ αυτό έχει
δικαίωμα ελέγχου της σωστής αξιοποίησής των.
Αυτό σημαίνει διαύγεια και
έλεγχος και των ίδιων των οικονομικών αρχών. Ποιες όμως μπορεί να είναι αυτές;
ΠΡΟΚΥΠΤΟΝ: ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Το μόνο πολίτευμα
που συνάδει με την καθολικότητα της Αρχής είναι η δημοκρατία, καθώς δίνει λόγο στον
κάθε πολίτη ώστε να συναποφασίζει για τα μέτρα εξασφάλισης της γενικής
καλοπέρασης. Τα δημοκρατικά εκλεγμένα όργανα διακυβέρνησης και οι δημόσιες
αρχές είναι υπόλογες στον πολίτη, αιρετές και αναιρέσιμες εάν δεν εξυπηρετούν
το δημόσιο συμφέρον.
Οποιαδήποτε μορφή
παρεμπόδισης της συμμετοχής των πολιτών ή ελέγχου της ψήφου τους (είτε με έλεγχο των
μέσων επικοινωνίας είτε με απειλές και εξαγορές) ή αλλοίωσης των εκλογικών αποτελεσμάτων
(είτε άμεσα, είτε έμμεσα, όπως με εκλογικά συστήματα που παραβιάζουν την
αναλογική εκπροσώπησή τους) αντιβαίνει
με τη δημοκρατία.
Η δημοκρατία είναι
ένα ανοιχτό και για αυτό ευάλωτο πολιτικό σύστημα, καθώς μπορεί να γίνει
έρμαιο συρμών και παθών, που μπορεί να παρασύρουν τα πλήθη σε κακές επιλογές. Η
κρίση της πλειοψηφίας δεν είναι πάντοτε η σωστή, όπως έχει αποδειχθεί ιστορικά.
Η σωστή πολιτική επιλογή συνεπάγεται ευρύτερη νόηση του γενικού συμφέροντος που
πολλοί δεν διαθέτουν, καθώς κρίνουν στενόμυαλα, μέσα από τα μικροσυμφέροντά
τους. Αυτό είναι ένα από τα εγγενή προβλήματα της δημοκρατίας, αλλά η λύση δεν μπορεί να είναι αντιδημοκρατική.
Καμία μειοψηφία δεν μπορεί να επικαλεστεί κάποια θεία
επιφώτηση για να αναλάβει την εξουσία αυτή, παραβιάζοντας τις δημοκρατικές
διαδικασίες. Η όποια «πεφωτισμένη»
μειοψηφία οφείλει να πείσει την πλειοψηφία. Αν αποτύχει, θα υποστεί τις
συνέπειες των λαθών μαζί με τους πολλούς. Το καλό είναι ότι οι πολλοί μπορεί
έτσι να μάθουν, κάτι το οποίο δεν θα συνέβαινε σε αυταρχικά πολιτεύματα, διότι
σε αυτά υπεύθυνος για τις αποτυχίες θεωρείται ο άρχοντας και όχι ο λαός.
Η καθολικότητα της Αρχής μας συνεπάγεται επίσης τη
δημοκρατία ως παγκόσμιο πολίτευμα, όπου κάθε κάτοικος αυτής της γης να έχει
πλήρη δικαιώματα (και τις εξ αυτών υποχρεώσεις) στην παγκόσμια διακυβέρνηση. Αυτό
υποβάλλει η Αρχή τού να περνάμε όλοι καλά, και όχι μόνο κάποιοι. Ειδικά, στις
παρούσες συνθήκες παγκοσμιοποίησης, όπου η αλληλεξάρτηση των ανθρώπινων δράσεων
σε όλα τα πεδία είναι πλέον πραγματικότητα.
Το προκύπτον σύστημα διακυβέρνησης είναι μια παγκόσμια δημοκρατική ομοσπονδία, (κάτι
σαν Ηνωμένες Πολιτείες της Γης, όπου τα σημερινά κράτη θα είναι οι αυριανές
πολιτείες). Η δημοκρατικά εκλεγμένη παγκόσμια κυβέρνηση θα έχει αρμοδιότητες
μόνο σε θέματα διεθνή, αφήνοντας τα εθνικά στις πολιτειακές κυβερνήσεις, τα
δημοτικά στους δήμους και τα κοινοτικά στις κοινότητες. Σε όλα τα επίπεδα
οι πολίτες συμμετέχουν αναλόγως, εκλέγοντας τα κοινοτικά και δημοτικά τους
συμβούλια, τις εθνικές αντιπροσωπείες τους και τις διεθνείς. Το παγκόσμιο σύνταγμα θα προστατεύει τα
ανθρώπινα δικαιώματα, την ανεξιθρησκία, την ελευθερία, τις μειονότητες και όλα
τα δημοκρατικά κεκτημένα, όπως τη διάκριση των εξουσιών, με ένα παγκόσμιο ανώτατο συνταγματικό δικαστήριο
να είναι υπεύθυνο για την τήρησή του.
ΙΙΙ.
ΑΓΑΠΗ, ΦΙΛΙΑ, ΕΡΩΤΑΣ
Η απόλαυση της ζωής χρειάζεται την αγκαλιά του άλλου.
Είτε είναι των γονιών και των παιδιών (οικογενειακή
αγάπη, θαλπωρή), είτε των φίλων (φιλία),
είτε των αγαπημένων και εραστών (ερωτική
αγάπη, σεξ).
Η μοναξιά, η αποξένωση και η αγαμία είναι παράγοντες
δυστυχίας. Το γεγονός ότι υπάρχουν μαρτυρά ανθρώπους τραυματισμένους
συναισθηματικά, φοβισμένους κοινωνικά και ευνουχισμένους ερωτικά.
Η πρώτη αιτία της δυστυχίας ή ευτυχίας στην αγάπη πρέπει
να αναζητηθεί στην οικογένεια (στη φυσική ή στην ανάδοχο ή σε
οποιοδήποτε οικογενειακό σχήμα) όπου μεγαλώνει ένα παιδί. Εκεί
κοινωνικοποιείται αρχικά. Εάν εισπράττει αγάπη και κατανόηση είναι πολύ πιθανό
να τα επιστρέψει με τη σειρά του. Εάν η οικογένεια είναι ανοιχτή σε φίλους, το
παιδί θα μάθει τη φιλία. Εάν δεν ευνουχίζει τη σεξουαλικότητα του, θα γίνει
ερωτικό.
Η δεύτερη αιτία είναι η κοινωνία:
Μία ανοιχτή κοινωνία
που καλλιεργεί την κοινωνικότητα και περιθωριοποιεί το φόβο, που ενθαρρύνει
την ομαδικότητα και δεν προωθεί τον ανταγωνισμό, που αποδέχεται την ερωτικότητα
και δεν την ενοχοποιεί, βοηθάει τα άτομα να υπερβούν τα εγώ τους για να
αγαπηθούν, να ερωτευθούν ή να γαμηθούν.
Οι κλειστές κοινωνίες (πατριαρχικές, συντηρητικές,
θρησκοληπτικές, «παραδοσιακές», κλπ.) αποδέχονται τα αισθήματα αγάπης μόνο μέσα
στα αυστηρά πλαίσια που θέτουν. Τα άτομα που υποτάσσονται, αγκαλιάζονται. Τα ανυπότακτα
απομονώνονται, εξοστρακίζονται ή και λιθοβολούνται για τα ερωτικά τους
παραστρατήματα. Σ αυτές τις κοινωνίες η
αγάπη γίνεται όπλο υποταγής των ατόμων, διαστρέφοντας το ρόλο της. Η
αγκαλιά της είναι μια πνιγηρή θηλιά, που πνίγει το άτομο. Ακυρώνει τον φορέα
της απόλαυσης, το υποκείμενο της χαράς, το «εγώ». Το αφανίζει για ένα επιβάλει
το «εμείς» της. Γίνεται, έτσι, ένα εξωτερικό κατασκεύασμα, θεαματικοποιημένο
και θεοποιημένο, αλλά ψεύτικο. Ένα γλυκερό ντεκόρ για να κρύβεται η δυστυχία.
Οι ατομικιστικές κοινωνίες (μοντέρνες, σύγχρονες,
«δυτικές», κλπ.) υπερ-εξατομικεύουν και διχοτομούν την αγάπη σε σημείο που το
άτομο να αγαπάει μόνο τον εαυτό του. Η εμμονική
αγάπη του εαυτού γίνεται όπλο εναντίον των άλλων κι έτσι η κοινωνία γίνεται
ένα πεδίο ανταγωνισμού αντί χώρος συνύπαρξης. Το εγώ καταλύει το εμείς και οι αγκαλιές γίνονται χειραψίες κλεισίματος
συμφωνιών, όπου μετά φροντίζουμε να πλένουμε τα χέρια μας για να μην
κολλήσουμε μικρόβια. Κυριαρχούν υποχονδριακές, φοβικές και μανιοκαταθλιπτικές
καταστάσεις όπου τα άτομα ακροβατούν ανάμεσα στη μανία του κέρδους και στην
κατάθλιψη του κενού από την απουσία νοήματος σε όλα αυτά.
Το νόημα είναι να περνάμε καλά. Ας αναρωτηθούμε ξανά για
τις κοινωνίες μας βάσει αυτού και ας δούμε τι μπορούμε να κάνουμε.
ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΟ:
ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ
Ενώ δεν μπορούμε - και δεν πρέπει - να υπεισέλθουμε σε
ιδιωτικούς χώρους για να τους ανοίξουμε «με το ζόρι» στα αισθήματα αγάπης,
μπορούμε - και πρέπει – να κάνουμε τους δημόσιους χώρους μας φιλόξενους των αισθημάτων μας. Οι ιδιωτικές
υποθέσεις πρέπει να αφήνονται στους ιδιώτες και οι δημόσιες να εξυπηρετούν τους
δημότες. Εφόσον στόχος είναι να περνάμε καλά, ας δούμε τι μπορεί να γίνει στον
δημόσιο χώρο επ’ αυτού.
Κατ’ αρχήν, η ύπαρξη του ίδιου του δημόσιου χώρου
είναι σημαντική και πρέπει να υποστηρίζεται. Αυτός επιτρέπει τη συνάντηση, την
παρέα και το φλερτ. Πλατείες, πάρκα, παραλίες, πολιτιστικά κέντρα, χώροι
εκδηλώσεων, κλπ., να είναι στη διάθεση του κοινού, ελεύθεροι και ανοιχτοί. Ούτε
να καταλαμβάνονται από ιδιώτες (που θέλουν να τους εκμεταλλευτούν ή να τους
οικειοποιηθούν) ούτε να ελέγχονται από κομματικές ή θρησκευτικές ή άλλες
επιτροπές (που θέλουν να επιβάλουν τον ιδεολογικό ή θρησκευτικό τους έλεγχο στους
ιδιώτες).
Η αισθητική του δημόσιου χώρου είναι επίσης σημαντική.
Τα άσχημα, βρώμικα και απειλητικά περιβάλλοντα φοβίζουν τα άτομα και τα
συστέλλουν. Τα όμορφα, καθαρά και φιλικά
χαροποιούν τα άτομα, τα κάνουν να ανοιχτούν, να χαμογελάσουν στον άλλον ή και
να τον ερωτευτούν.
Οι τέχνες - από την αρχιτεκτονική ως τη μουσική, από το θέατρο ως
τη ζωγραφική, από το χορό ως τη γλυπτική, κ. ά. – μπορούν να παίξουν
καθοριστικό ρόλο στην αισθη(μα)τικο-ποίηση του δημόσιου χώρου, στην ευρύτερη
έννοιά του ως τόπου συνάντησης κι όχι περιορισμένα στη γεωγραφική.
Μουσικές, γιορτές και χοροί, ζωγραφιές και παραστάσεις
(ακόμη και ερωτικές), παιχνίδια και φαντασμαγορίες μας καλούν να χαρούμε τη ζωή
όσο την έχουμε.
ΠΡΟΚΥΠΤΟΝ:
ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ
Η ζωή, βέβαια, δεν είναι ένα συνεχές τριαλαλό, ούτε όλα
μπορούν να είναι ρόδινα, απλόχερα και δωρεάν. Υπάρχουν και οι αντιστάσεις.
Υπάρχουν οι αντιστάσεις της ύλης, η οποία πρέπει
να δουλευθεί για να δώσει καρπούς. Αυτές χρειάζονται δουλειά. Η δουλειά
απαιτεί κόπο, αλλά χωρίς αυτόν δεν υπάρχουν καρποί. Εδώ παίζει ρόλο η σύνδεση κόπου και καρποφορίας: όσο πιο
απρόσκοπτη και άμεση, εύφορη και αποτελεσματική είναι, τόσο μεγαλύτερη η
απόλαυση που παράγει.
Υπάρχουν οι αντιστάσεις του εγώ, που θέλει το δικό
του χώρο, διαγκωνιζόμενο συχνά με τα άλλα εγώ, όταν υπάρχει στενότητα. Αυτές
ρυθμίζονται με κανόνες συμβίωσης, που σέβονται τόσο την ανάγκη χώρου του
εγώ, όσο και την αναγκαιότητα του δημόσιου χώρου. Η ισορροπία ανάμεσα στο «εγώ» και στο «εμείς» βρίσκεται στο αμοιβαίο
συμφέρον τού να περνάνε καλά όλοι χωρίς να ακυρώνουν το άτομο, ούτε, όμως, το
άτομο να παραβιάζει τον κοινό καλό.
Το άτομο πρέπει να είναι ελεύθερο να δρα και να
επεκτείνεται σε περιοχές ιδιωτικής δικαιοδοσίας, σεβόμενο τις δημόσιες, τις
συλλογικές, αλλά και τις οικολογικές ισορροπίες (που πρέπει να προστατεύονται
κι αυτές από το δημόσιο, καθώς τα ζώα και τα φυτά δεν έχουν δύναμη παρέμβασης).
Αν τις παραβιάζει με την αδηφάγα επεκτατικότητά του, τότε θα πρέπει να
περιορίζεται από τις αρχές τήρησης της τάξης.
Ακόμη και αν καταφέρουμε να κρατάμε την τάξη έτσι που να
εξυπηρετεί το αμοιβαίο «περνάμε καλά», δεν σημαίνει ότι μπορούμε να
τακτοποιήσουμε όλες τις παραμέτρους της καλοπέρασης έτσι που να ταιριάζουν
αρμονικά όλοι με όλα. Πέρα από το ότι θα υπάρχουν πάντα απροσάρμοστοι και
προβληματικοί, που θα παραβιάζουν την τάξη προς τα κάτω (προς το έγκλημα και το
κακό), υπάρχει και η ώθηση προς τα μπροστά, από τη δύναμη της εξέλιξης.
ΠΡΟΚΥΠΤΟΝ:
Η ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΙΚΗ
Η εξελικτική δυναμική σπρώχνει τα άτομα να
ανοιχτούν στο άγνωστο και να τολμήσουν το διαφορετικό, παραβιάζοντας συμφωνίες
και συλλογικές ισορροπίες. Η διαφοροποίηση είναι βασικός κανόνας του γίγνεσθαι
που γενά την ποικιλομορφία των ειδών, εξερευνώντας κάθε πιθανότητα της ύπαρξης.
Στη δυναμική αυτήν οφείλεται και ένα μέρος του
ανταγωνισμού, αυτού που είναι θεμιτός και όχι αθέμιτος και νοσηρός. Ο αθέμιτος ποντάρει
στην καταστροφή και όχι στη δημιουργία. Προέρχεται από ένα ελλιπές άτομο,
ανίκανο να αναπτυχθεί το ίδιο, που καταστρέφει το διπλανό του, για να
οικειοποιηθεί το χώρο του. Ο «υγιής» ανταγωνισμός κινείται από τη δύναμη
της εξέλιξης, τη δημιουργική ανάγκη για εξερεύνηση δυνατοτήτων και γέννηση νέων
μορφών. Γι’ αυτό, ορμάει μπροστά και τρέχει να βρει πρώτος νέα εδάφη για να
φτιάξει εκεί το χώρο του. Είναι η ίδια η φόρα της ζωής, που σπάει δεσμά και δεν
υποτάσσεται σε συμβατικότητες. Μέρος αυτής της φόρας είναι και η ερωτική ορμή.
Ο έρωτας δεν υπακούει εύκολα σε μηχανισμούς σωφρονισμού ούτε
ακολουθεί πιστά τα κελεύσματα οικουμενικότητας. Η καλοσυνάτη αγάπη δεν του
είναι αρκετή και αντιδρά στον εγκλωβισμό του σε αγκαλιές συμπάθειας, εάν δεν
περιλαμβάνουν το ερωτικό πάθος. Ως πάθος δεν είναι πάντα διαχειρίσιμος,
ιδιαίτερα όταν δεν έχει ανταπόκριση. Τότε μπορεί να προκαλεί αναστατώσεις, όχι αναγκαστικά
ευχάριστες. Η ανταπόκριση τον εξομαλύνει, αλλά μέχρι να συμβεί το «τυχερό» να
ταιριάξουν οι ερωτευμένοι, πολλά ατυχήματα συμβαίνουν.
Φαίνεται ότι η εξελικτική δυναμική στις διάφορες
εκδηλώσεις της – από τον ανταγωνισμό ως τον έρωτα – προκαλεί ρήγματα στην
ομοθυμία τού «να-περνάμε-καλά», αλλά αυτό συμβαίνει μόνον ως προς τη
διαδικασία. Όχι ως προς τον σκοπό. Ο σκοπός όλων - και των ερωτευμένων και των
ανταγωνιζόμενων - είναι η επίτευξη της γενικής Αρχής να-περνάμε-καλά με τρόπο,
όμως, που να τους αντιπροσωπεύει. Η γενικότητα της Αρχής πρέπει να
συμπεριλαμβάνει τα δικά τους διαφοροποιημένα ζητούμενα, όπως αυτά εμπνέονται
από τη δυναμική της εξέλιξής τους.
Ως εκ τούτου, η Αρχή στην εφαρμογή της πρέπει να
αναγνωρίσει την καλώς εννοούμενη ταραχή στις τάξεις της (την ζωτική και ερωτική
ταραχή, όχι την καταστροφική και κακόψυχη), και να συμπεριλάβει τη δυναμική
στις ισορροπίες που θέτει. Τα μέτρα που καλούμαστε να πάρουμε υπέρ της Αρχής
πρέπει να είναι μέτρα συνδυασμού της δυναμικής και της ισορροπίας: μέτρα δυναμικής ισορροπίας.
ΙV.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
Έχουμε εξασφαλίσει την υγεία μας (I), έχουμε λεφτά για να
περνάμε καλά (II), βρήκαμε την αγάπη μας
(III), όλα καλά. Μόνο που δεν
αρκεί η ικανοποίηση του εαυτού μας. Για να νιώσουμε πλήρεις, θέλουμε να δούμε
το αντίκρισμά του στα πράγματα. Θέλουμε το πέρασμά μας από τη ζωή να γεννήσει
κάτι, να παράγει κάποια μορφή έξω από εμάς. Αλλιώς, νιώθουμε ανύπαρκτοι, σαν
αέρας, χωρίς κάποια σημαίνουσα υπόσταση.
Η ανάγκη της
δημιουργίας ξεκινά από το φόβο του θανάτου και την απειλή της ανυπαρξίας. Η πιο γενετική, θα λέγαμε, μορφή δημιουργίας είναι οπωσδήποτε
τα παιδιά. Όμως, δεν είναι καθαρό αποτέλεσμα
της δικής μας δημιουργικής προσπάθειας, καθώς συμβαίνουν εν πολλοίς αυτόματα, από
τους αναπαραγωγικούς μας μηχανισμούς. Στη συνέχεια, βέβαια, απαιτούν πολύ προσπάθεια,
που μπορεί να φτάσει μέχρι την αυταπάρνηση των γονέων. Τα παιδιά αποδεικνύουν πόσο
σημαντικό είναι για τα άτομα η γενετική σύνδεσή τους και η συνέχεια, για την
οποία είναι έτοιμα να δώσουν ακόμη και τη ζωή τους, σπάζοντας όλα τα στεγανά
του ατομισμού. Αυτό φαίνεται πιο καθαρά σε συνειδητές ενέργειες
δημιουργίας, πέρα από τις αναπαραγωγικές, που όπως είπαμε μπορεί να συμβαίνουν
και μηχανικά.
Ανεξάρτητα
από την τεκνοποιία, που έτσι κι αλλιώς δεν αφορά όλους, υπάρχει μια διαρκής
αναζήτηση του ατόμου για κάποια δημιουργία που θα το εκφράζει, μορφοποιώντας το
ενεργειακό του πλεόνασμα.
Το άτομο
νιώθει την ύπαρξή του φθαρτή και ευάλωτη στο μηδέν, οπότε ψάχνει τρόπο να την
εξωτερικεύσει στα πράγματα, να τα σμιλεύσει και να παράγει μορφές που
αποτυπώνουν την ύπαρξή του έξω από αυτό, αφήνοντας το ίχνη του από το σύντομο
πέρασμά του από τη ζωή. Εάν αυτή η
ανάγκη δεν ικανοποιείται, η υπαρξιακή αγωνία μπορεί να πνίξει το άτομο και να
μην περνάει καλά, έστω και αν έχει καλύψει τις προηγούμενες τρεις βασικές
προϋποθέσεις.
ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΟ:
ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ
Η όποια δημιουργικότητα για να ανταποκριθεί στην
υπαρξιακή ανάγκη του ατόμου, πρέπει να κινείται από τη δική του, καθαρά
προσωπική και αυθεντική ανάγκη να παράγει εκείνες τις μορφές που εκφράζουν το
ίδιο.
Οι μορφές μπορεί να παραχθούν από τη
διάθεση του πλεονάσματος του ατόμου σε γόνιμες συναντήσεις, μορφοποιώντας έξω
από αυτό (εξωτερικεύοντας) εκείνο που φέρει μέσα του. Έτσι το άτομο αναγνωρίζει
τη συνέχειά του σε κάτι άλλο από το ίδιο. Για να μπορεί, όμως, να αναγνωρίσει
τον εαυτό του σε κάτι άλλο από αυτό, πρέπει η μορφή που θα παραχθεί να είναι
προϊόν της ειλικρινής σχέσης με το μέσα του, να εκφράζει κάτι από την εσωτερική
του συνομιλία.
Οι
παρεμβολές άλλων σκοπιμοτήτων ή εξωτερικών εντολών, που διαστρεβλώνουν την
καθαρή έκφραση αυτών που έχουμε μέσα μας, προκαλούν την παραγωγή νόθων μορφών,
που δεν μας αντιπροσωπεύουν ειλικρινά και αλλοιώνουν τη σχέση μας με τον κόσμο.
Εδώ τίθεται το ζήτημα της ειλικρινούς
έκφρασής μας, ώστε να έχουμε παραγωγή καθαρών μορφών,
που να μας αντιπροσωπεύουν ακέραια και να μας συνέχουν ταυτο-ποιητικά με τον
κόσμο.
Η καθαρότητα των παραγομένων μορφών είναι σημαντική στη μορφο-ποιητική
αλληλουχία του ανθρώπου με το περιβάλλον του, όπου αυτός μετασχηματίζει ό,τι
παίρνει από αυτό σε ό,τι είναι εντεταλμένος, από τις γενετικές του οδηγίες, να
διαμορφώσει.
Εφόσον
η αλληλουχία του ανθρώπου με το περιβάλλον του διεκπεραιώνεται απρόσκοπτα
(χωρίς την παρεμβολή εξωτερικών εντολών και αλλότριων σκοπιμοτήτων), τότε ο
άνθρωπος διεκπεραιώνει ακέραια το ρόλο του στο γίγνεσθαι και επιστρέφει στη
φύση ό,τι πήρε από αυτή. Βέβαια, ο άνθρωπος δεν επιστρέφει
ακριβώς το ίδιο που πήρε από τη φύση, αλλά μετασχηματισμένο.
Ο μετασχηματισμός είναι βασική ιδιότητα του ανθρώπινου γίγνεσθαι και εφόσον
πραγματοποιείται σύμφωνα τους κανόνες της εγγενούς δημιουργικής του ώθησης,
τότε εκπληρώνει τους όρους της ύπαρξής του μες στη φύση.
Με
την επιστροφή του ανθρώπινου πλεονάσματος στη φύση, μετασχηματισμένου -μέσω της
δημιουργικής του ροπής-, ο άνθρωπος δεν αισθάνεται περιττός, ούτε χωρισμένος
από τη φύση. Νιώθει καλά, καθώς εντάσσεται πλήρως στην κυκλο-φορία του γενικότερου πλεονάσματος της φύσης, το οποίο κινείται
με μια θαυμαστή «κυκλικότητα» στο γήινο οικοσύστημα. Η πλήρης συμμετοχή μας στη
γενικότερη κυκλο-φορία του φυσικού πλεονάσματος, μάς θέτει στην τροχιά του κύκλου και της ολοκλήρωσης.
ΠΡΟΚΥΠΤΟΝ:
ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑΣ
Καθώς η ειλικρίνεια είναι σημαντική στην εκπλήρωση της
δημιουργικής προϋπόθεσης της Αρχής μας, θα πρέπει κανονικά να ενθαρρύνεται από
το σύνολο. Αντ’ αυτού, μια σειρά από προκαταλήψεις και κατά συνθήκη ψεύδη
αναγκάζουν τα άτομα συχνά στην υποκρισία.
Τα άτομα διστάζουν να εκφραστούν ειλικρινά και να
διαφοροποιηθούν από το σύνολο, από το φόβο του αποκλεισμού τους ή ακόμη και της
εξόντωσής τους, στις ανελεύθερες κοινωνίες.
Η άρση του φόβου,
που αναγκάζει τα άτομα στο ψέμα, είναι κρίσιμη στην επίτευξη της Αρχής μας. Κάθε συμπεριφορά ή μηχανισμός που προκαλεί
φόβο θα πρέπει να ελεγχθεί και να τεθεί σε κριτική.
Η δημοκρατικοποίηση των θεσμών κάθε είδους (από
πολιτιστικούς και πανεπιστημιακούς ως πολιτικούς
και δημοσιογραφικούς), το άνοιγμά τους
στον δημιουργικό διάλογο και στην διαφορετική γνώμη, μπορεί να επιτρέψει τα
άτομα να εκφραστούν χωρίς να φοβούνται αποκλεισμούς. Ακόμη καλύτερα αν
ενθαρρύνονται να είναι ειλικρινή και να συζητούνται οι προτάσεις τους σε αυτή
τη βάση: της ειλικρίνειάς τους.
V. ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΟΛΟΝ
Ο άνθρωπος έχει την ιδιότητα να συλλογίζεται το Όλον, «Αυτό» που εμπεριέχει
τόσο αυτόν όσο και κάθε τι, το Είναι τού κάθε είναι. Με τη νόησή του
αντιλαμβάνεται ότι είναι μέρος μιας συμπαντικής ολότητας, την οποία θέλει να
συλλάβει. Η αναφορά του στο Όλον των πραγμάτων είναι εγγενής στη φύση του, ως
σκεπτόμενο ον.
Ακόμη και αν έχει εκπληρώσει όλες τις βασικές
προϋποθέσεις της Αρχής, ως προς αυτόν και
τους άλλους γύρω του, θα μένει κάτι που θα του λείπει, αν αυτές δεν
συμπληρωθούν με την αναφορά του στο Όλον.
Αυτή η αναφορά έχει πάρει διάφορες μορφές και ονομασίες,
έχει παράγει θρησκείες και κοσμοθεωρίες, έχει διαμορφώσει πολιτισμούς. Ένας
πολιτισμός που δεν την εμπεριέχει ή, ακόμη χειρότερα, την αποκλείει, στερεί από
τον άνθρωπο μια διάσταση σημαντική για τη συν-πλήρωσή του.
Η σχέση
συμπληρωματικότητας μεταξύ αυτών που κάνουμε στη ζωή μας για να περνάμε
καλά, και της αναφοράς μας στο πριν και στο
μετά της ζωής, στο αέναο γίγνεσθαι, εξετάζεται στον κείμενό μου «Για μια θεωρία
της Συμπλήρωσης».
No comments:
Post a Comment